Eίναι ένα παγερό συννεφιασμένο πρωινό στη Μελβούρνη της Αυστραλίας και η Νίκη με τους γονείς της περιμένουν υπομονετικά στο αεροδρόμιο την πτήση για Σιγκαπούρη. Εκεί θα αλλάξουν αεροπλάνο για Αθήνα. Πρώτη φορά ταξίδευε τόσο μακριά και είχε άγχος. Πώς θα περάσουν 20 ολόκληρες ώρες, μαζί με την αναμονή για ανταπόκριση? Έχει μια τσάντα γεμάτη βιβλία κι ένα κινητό γεμάτο τραγούδια, μήπως και σκοτώσει το χρόνο της. Στην αίθουσα αναμονής, συζητά με τους γονείς της και μιλάνε για την Αθήνα. Θέλει τόσο πολύ να μάθει, μιας κι έχει να πάει εννέα ολόκληρα χρόνια. Εννέα καλοκαίρια έχουν περάσει από τότε που την άφησε. Τα μόνα πράγματα που θυμάται με μεγάλη ακρίβεια ήταν το πάρκο στην Πλάκα, που πήγαινε με τον Πέτρο, η αυλή του σπιτιού του, η Διονύσου Αρεοπαγείτου, το Σύνταγμα, το Ζάππειο, ο Εθνικός κήπος, το Θησείο. Τα θυμάται ίσως επειδή πήγαινε με τον Πέτρο. Για εκείνη, ήταν αναμνήσεις υπέροχες που τις ξαναθυμήθηκε απ'τη στιγμή που άρχισε να αλληλογραφεί μαζί του. Αναμνήσεις με τους δυο τους να τρέχουν πάνω κάτω στην Αρεοπαγείτου, να ξεκουράζονται στο Θησείο, να αγοράζουν παγωτά από έναν παγωτατζή στο Ζάππειο, να ταϊζουν τις πάπιες στη λιμνούλα του κήπου, να παίζουν στο πάρκο και στην αυλή του σπιτιού. Είναι συγκινημένη αλλά προσπαθοεί να μην το δείχνει.
Η ώρα είναι δέκα το πρωί κι απ'το μεγάφωνο ακούγεται μια ευγενική φωνή που ειδοποιούσε τους επιβάτες να εισέλθουν στην πύλη για Σιγκαπούρη. "Είναι η πτήση μας", μουρμουρίζει η Νίκη και σηκώνεται βιαστικά και φτάνει στην πύλη χοροπηδώντας. "Σε 20 ώρες θα τον δω", ξαναμουρμουρίζει και χαμογελάει. "Μάλλον σκέφτεται δυνατά", μουρμουρίζουν οι γονείς της.
Στην Αθήνα ο Πέτρος κοιμάται του καλού καιρού. Είναι ξημερώματα ακόμη και το πρώτο φως κάνει δειλά δειλά την εμφάνιση του. Ένα ελαφρύ δροσερό αεράκι διαπερνά το κορμί του κι εκείνος στριφογυρίζει στο υπέρδιπλο κρεβάτι του και αγκαλιάζει το μαξιλάρι του. Χαμογελούσε, σα να βλέπει ένα ευχάριστο όνειρο. Λίγες ώρες μετά, ξύπνάει μες στη καλή χαρά, ανοίγει το παράθυρο και τεντώνεται χαμογελώντας, σα να είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. Χτυπάει και το τηλέφωνο.
- Γεία σου Πέτρο, τι κάνεις? Είμαι Σιγκαπούρη και περιμένω την πτήση για Αθήνα. Σε καμιά ώρα πετάμε. Υπολογίζω να είμαι εκεί το βράδυ.
- Καλημέρα Νίκη μου. Μια χαρά είμαι, μόλις ξύπνησα, εσύ? Ελπίζω να μην σε κουράζουν τα μεγάλα ταξίδια!
- Ωχ, ξέχασα ότι είναι πρωί εκεί. Σε ξύπνησα? Αλήθεια, το είχα ξεχάσει... Συγγνώμη.
- Όχι, όχι, δεν με ξύπνησες. Απλά έτυχε να ξυπνήσω πριν λίγη ώρα και μάλιστα ευδιάθετος. Και μόλις μου έφτιαξες ακόμη περισσότερο τη μέρα μου.
Χαμογελάει στο τηλέφωνο σα χαζός. Αλλά δεν τον νοιάζει.
- Ωραία. Σε κλείνω γιατί οι κλήσεις απ'το εξωτερικό έχουν μεγάλη χρέωση. Θα σου ξανατηλεφωνήσω όταν φτάσω. Να έχεις μια όμορφη μέρα.
Χαμογελάει κι εκείνη στο τηλέφωνο σα χαζή. Αλλά δεν τη νοιάζει.
Μια όμορφη μέρα ξεκινά και ο Πέτρος για πρώτη φορά κάνει δουλειές του σπιτιού. Η μαμά του δεν πιστεύει στα μάτια της. Είχαν περάσει χρόνια απ'την τελευταία φορά που την βοήθησε σε κάτι, σήμερα όμως έχει μια περίεργη διάθεση να κάνει δουλειές. Άρχισε να καταλαβαίνει, ότι αυτή η περίεργη διάθεση του Πέτρου είναι επειδή έρχεται η Νίκη σήμερα. Χαιρόταν που έβλεπε το γιό της να πλένει, σκουπίζει, σφουγγαρίζει, μεγειρεύει. Ο Πέτρος θυμόταν ότι του είχε μάθει να μαγειρεύει μακαρόνια με κιμά.
Λίγες ώρες έχουν απομείνει μόνο για να φτάσει η πτήση από Σιγκαπούρη και ο Πέτρος θέλει να τσεκάρει την ακριβή ώρα άφιξης. Θέλει να είναι στο αεροδρόμιο στην ώρα του, να την περιμένει, αδιαφορώντας το ότι είναι με τους γονείς της. "Και τι έγινε, αφού με ξέρουν από τόσο δα", σκέφτηκε. Φοράει ένα απ'τα στενά παντελόνια του, απ'αυτά που φοράει πάντα, ένα κοντομάνικο μπλουζάκι που είχε αγοράσει για πέντε ευρώ και τα αγαπημένα του φθαρμένα σταράκια και φεύγει βιαστικά για το αεροδρόμιο. Αναρωτιέται πώς θα είναι το γούστο της Νίκης αλλά μετά σκέφτεται ότι δε θα έχει καμιά απολύτως σημασία. Στο αεροδρόμιο, στέκεται σαν άγαλμα μπροστά απ'τον πίνακα των αφίξεων και κάνει περίεργους συνειρμούς. Συνειρμούς βλακώδεις, από εκείνους που κάνουν όσοι περιμενουν με αγωνία κάτι που θα τους αλλάξει τη ζωή τους. Θέλει να σκοτώσει το χρόνο του, να πάψει να σκέφτεται υπερβολικά και βγαίνει έξω να καπνίσει, να χαλαρώσει.
Ένας δυνατός και φριχτός ήχος διακόπτει το χαλάρωμα απ'το τσιγάρο. Ο Πέτρος αρχικά δε δίνει σημασία γιατί πάντα σπάζοταν απ'τους ήχους των μεγαφώνων αλλά γρήγορα δίνει προσοχή, μιας και τα μεγάφωνα λένε για την πτήση από Σιγκαπούρη. "Η πτήση προσγειώθηκε αναγκαστικά στη Ρόδο λόγω τεχνικού προβλήματος. Οι επιβάτες είναι καλά και αναμένεται να αφιχθούν στην Αθήνα με άλλη πτήση". Σχεδόν πάγωσε. Είχε ξαναταξιδεψει με αεροπλάνο και όσες φορές ταξίδεψε, δεν παρουσιάστικε το παραμικρό πρόβλημα. Ψάχνει το κινητό του για να βρει το τηλέφωνο της Νίκης, να της τηλεφωνήσει.
- Νίκη, Νίκη, έλα σήκωσέ το...
Μετά από κάμποσα λεπτά και κάμποσες προσπάθειες το σηκώνει η μαμά της.
- Παρακαλώ?
- Εμ... Είστε η μαμά της Νίκης? Είμαι ο Πέτρος. Η Νίκη είναι καλά? Είστε όλοι σας καλά? Ξέρετε, άκουσα για την πτήση σας και ανησύχησα.
- Γεία σου Πέτρο παιδί μου. Τώρα είμαστε μια χαρά, μόνο που αναγκαστήκαμε να προσγειωθούμε, επειδή ο εξαερισμός της καμπίνας έβγαζε καπνούς, ενώ μπαίναμε στον εναέριο χώρο της Ελλάδας. Προσγειωθήκαμε στη Ρόδο και λένε πως θα μας πάνε Αθήνα με άλλη πτήση.
- Η Νίκη? Η Νίκη είναι καλά?
- Τώρα είναι μια χαρά. Απλά είχε λιποθυμήσει στο αεροπλάνο. Τώρα κάθεται δίπλα μου και ξεκουράζεται.
- Μου τη δίνετε σας παρακαλώ?
- Παιδί μου λυπάμαι, αλλά κοιμάται και δε θέλω να τη ξυπνήσω. Έχει ανάγκη από ξεκούραση, το ταξίδι την κούρασε, καταλαβαίνεις, έτσι? Θα της πω όμως ότι της τηλεφώνησες και θα σου τηλεφωνήσει.
- Καλώς... Συγγνώμη που πήρα έτσι απότομα αλλά τρελάθηκα.
- Μη απολογείσαι παιδί μου, σε καταλαβαίνω. Και η Νίκη μιλούσε για σένα σε όλη τη πτήση. Σε κλείνω. Να προσέχεις παιδί μου, όλα θα πάνε καλά, να το ξέρεις.
Ο Πέτρος τραβάει το κινητό του απ'το αυτί του και μένει να το κοιτάει. Δεν ξέρει αν πρέπει να μείνει στάσιμος ή να χαμογελάσει, τώρα που ξέρει ότι όλοι είναι καλά. Στο τέλος χαμογέλασε και βγαίνει να κάνει κι άλλο τσιγάρο. Τραβάει την πρώτη τζούρα, φυσάει τον καπνό και ο καπνός σχημίζει μια μορφή, μορφή που του θύμισε τη Νίκη, εστώ κι αν έμοιαζε περισσότερο με μια γκρι μπάλα. Αυτή τη φορά το απόλαυσε.
Λίγα λεπτά αγότερα, ακούγεται πάλι το μεγάφωνο. "Οι επιβάτες από Σιγκαπούρη επιβιβάστηκαν σε άλλο αεροπλάνο και αναμένεται να φτάσουν σε μια ώρα περίπου". Στο άκουσμα, ο Πέτρος κάθεται ήσυχος και συνεχίζει το τσιγάρο. Τι θα κάνει αυτή τη μια ώρα μέχρι να έρθουν? Αρχίζει να περπατά πέρα δώθε στο επίπεδο αφίξεων νευρικά, σταματώντας στα καταστήματα αφορολόγιτων είδων, να χαζέψει καμιά βιτρίνα, να περάσει ο χρόνος. Η μια ώρα περνάει και η καρδιά του χτυπάει δυνατά. Στέκεται σαν άγαλμα στην έξοδο των επιβατών και περιμένει. Περνάει ένα λεπτό, περνάνε δυο λεπτά, τρία λεπτά, περνάει και το δέκατο λεπτό. Τίποτα. Ξαφνικά ακούγεται ένας δυνατός κρότος και προέρχεται απ'έξω, έξω απ'το αεροδρόμιο και αμέσως ακολουθεί η ανακοίνωση απ'τα μεγάφωνα. "Η πτήση από Ρόδο έκανε αναγκαστική προσγείωση λίγο πριν φτάσει εδώ. Στο σημείο σπεύδουν πυροσβεστικά και ασθενοφόρα. Ακόμα δεν έχουμε αναφορές για ζημιές", ανακοίνωση που κάνουν τον Πέτρο παγοκολώνα.
Αφού ξεπερνάει το σοκ, βλέπει κόσμο να τρέχει δίπλα του και απορρεί. Δεν αργεί να μάθει και τρέχει κι αυτός, εμφανώς ταραγμένος. Το σημείο είναι αρκετά μακριά για να πας με τα πόδια αλλά δεν τον νοιάζει. Ανεβαίνει κρυφά σε ένα πυροσβεστικό όχημα που περνά από δίπλα του και το μόνο που του απομένει είναι η ελπίδα, ότι θα φτάσει και τα πράγματα θα είναι καλά. Στη διάρκεια της διαδρομής μουρμουρίζει κι εύχεται να μην έπαθαν τίποτα και όλοι να είναι καλά. Φτάνει στο σημείο και βρίσκεται αντιμέτωπος σε ένα πρωτόγνωρο θέαμα γι'αυτόν, καθώς αντικρίζει ένα αεροπλάνο πεσμένο με την κοιλιά στο έδαφος, χωρίς φτερά, αφού έσπασαν κατά τη σύγκρουση, σπασμένα παράθυρα, καπνό και τσουλήθρες. Εκείνες τις τσουλήθρες που έχουν στις πόρτες, για περίπτωση ανάγκης. Ο καπνός έβγαινε απ΄τους κινητήρες στα φτερά, λίγα μέτρα πιο πίσω. Όλοι οι επιβάτες είναι έξω και δέχονται τις πρώτες βοήθειες, κάποιοι πάνω σε φορεία, κάποιοι καθισμένοι, κάποιοι αναζητούν άλλους επιβάτες.
- Τι έγινε εδώ?
- Δεν είχε καύσιμα και έσπασαν οι κινητήρες του αεροσκάφους κι αναγκάστηκαν να προσγειωθούν λίγο πριν φτάσουν. Αυτή είναι η απάντηση που πήρε ο Πέτρος από έναν πυροσβέστη που πέρναγε από δίπλα του, εμφανώς πανικόβλητος, αλλά τον σταμάτησε για να πάρει κάποιες πληροφορίες.
- Είναι όλοι καλά?
- Μέχρι στιγμής έχουμε μερικούς ελαφριά τραυματισμένους, ελάχιστα βαριά και κανέναν νεκρό. Σ'αφήνω τώρα. Ο πυροσβέστης έφυγε όπως ήρθε, τρέχοντας.
Ο Πέτρος, πανικοβλημένος, ψάχνει από δω κι εκεί, μήπως βρει τη Νίκη και τους γονείς της. Βλέπει άτομα με αίματα στο μέτωπο, άτομα με σκισμένα ρούχα κι αίματα από τζάμια που εισχώρησαν στο δέρμα τους, άτομα που κλαίνε αλλά κι άτομα ψύχραιμα. Όλοι τους δέχονται φροντίδες από γιατρούς. Σκέφτεται ότι πρέπει να παραμείνει ψύχραιμος, ότι όλα είναι καλά, μιας και το ατύχημα θα μπορούσε να ήταν χειρότερο. Ακούει έναν γιατρό να λέει "δεν έχουμε νεκρούς παρά μόνο ελάχιστους βαριά τραυματισμένους" και τρέχει να δει ποιοί είναι οι βαριά. Βρίσκει μια πρόχειρη σκηνή που είχε στηθεί για το ιατρείο και ένας γιατρός του δείχνει τη λίστα με τους βαριά τραυματισμένους. Την επεξεργάζεται και το αίμα του παγώνει. Το όνομα της Νίκης βρίσκεται στη λίστα και παρακαλά να του δείξουν που βρίσκεται και τη βρίσκει μέσα σε ένα ασθενοφόρο, ξαπλωμένη και αναίσθητη, με τους γονείς της δίπλα να προσπαθούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα. Πλησιάζει στο μέρος τους, αλλά μένει να στέκεται έξω απ'το ασθενοφόρο, λες και μαρμάρωσε και τη βλέπει, μια πανέμορφη ξανθιά κοπέλα κι έτσι όπως είναι ξαπλωμένη, ο Πέτρος θέλει να της δώσει ένα φιλί, όπως ο πρίγκιπας δίνει το φιλί της αγάπης στη χιονάτη κι εκείνη ξυπνά. Η Νίκη απλά κοιμάται.
Το επόμενο πρωί, αφού ο Πέτρος πήρε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για το νοσοκομείο που βρίσκεται η Νίκη, αποφασίζει να πάει να τη δει. Αφού τον κατεύθυναν για την αίθουσα που βρίσκεται, βρίσκει τους γονείς της έξω απ'αυτήν. Στη θέα του Πέτρου, οι γονείς της ξαφνιάζονται και απορρούν.
- Πέτρο, παιδί μου... Έγινες ένας άντρας τώρα... Η μαμά της Νίκης τον αγκαλιάζει και ξεσπά στα κλάμματα. Ο Πέτρος, μη ξέροντας τι να κάνει, τη κρατά στην αγκαλιά του και προσπαθεί να την καθησυχάσει.
- Πείτε μου τι έγινε. Ανησυχώ. Η Νίκη είναι καλά? Εσείς είστε καλά?
- Εμείς τη γλυτώσαμε με μερικά καρούμπαλα. Η Νίκη όμως... Χτύπησε τόσο πολύ που λένε ότι ίσως χάσει τη μνήμη της. Κατά τ'άλλα όμως είναι καλά.
- Δηλαδή? Δε θα θυμάται τίποτα? Μη μου λέτε τέτοια. Τι θα κάνω?
- Τίποτα δεν μπορείς να κάνεις παιδί μου... Θα περιμένουμε. Είναι δυνατή κοπέλα. Ξέφυγε απ'τα ναρκωτικά, ξέφυγε από ένα παιδί, από έναν... Συγγνώμη. Είναι δυνατή κοπέλα.
- Ε? Έπερνε ναρκωτικά?
Τα ναρκωτικά ήταν κάτι που δεν είχε πει η Νίκη στον Πέτρο. Για αρκετές ώρες οι γονείς της Νίκης έλεγαν στον Πέτρο τι είχε συμβεί με τη Νίκη, από τότε που έμπλεξε με ναρκωτικά, μέχρι τη στιγμή που έχασε τις αισθήσεις της στη σύγκρουση.
Ο Πέτρος όμως ξέρει. Είναι δυνατή κοπέλα η Νίκη. Ήταν εύθραυστη σαν πάγος που λιώνει στις αχτίδες του ήλιου, αλλά το πείσμα της, η θέληση να ξαναδει τον Πέτρο, η θέληση να τον αγκαλιάσει ξανά, νικούσε όλα τα υπόλοιπα. Και ξέρει ότι η Νίκη γνωρίζει ότι βρίσκεται δίπλα της.
Συνεχίζεται...
6 σχόλια:
Χμμμμ, αν πω ότι το έχασες....θα με κράξεις?
Ναι. Τι έχασα? Άσε με μωρέ...
απρόβλεπτη τροπή που μου άρεσε πάρα πολύ!! :)
περιμένω συνέχεια!
* αυτή η πτήση που ήταν η νίκη...γκαντέμικη πτήση! :Ρ
Αγανακτισμένη
Αυτό ήθελα! Κι ας λένε ό,τι θέλουν οι άλλοι.
Ναι γκαντέμικη. Η υπερβολική της επιθυμία της βγήκε σε κακό! Αλλά συντονίσου για τη συνέχεια
Χαχαχ στην Ρόδο ε?
Εε καλό ήταν, αν το τραβούσες λίγο ακόμα με την αμνησία της Νίκης κλπ κλπ θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει βραζιλιάνικο σίριαλ...
Στέλλα
Ναι στη Ρόδο! Στην επόμενη ιστορία, θα είμαι Ρόδο, οπότε ετοιμάσου! Χαχαχ
Ετοιμασου για τη συνέχεια!
Δημοσίευση σχολίου