27.6.11

Πέτρος και Νίκη, ep. 2


Επαναστάτης χωρίς αιτία

Τα χρόνια πέρναγαν, ο Πέτρος είχε φτάσει πια δεκαέξι χρονών, οι μπούκλες του είχαν μεγαλώσει, το χαμόγελο επέστρεψε στο πρόσωπό του και είχε γίνει ένας όμορφος έφηβος, ο πιό όμορφος έφηβος του κόσμου, επαναστάτης. Φόραγε πάντα το μαύρο δερμάτινο τζάκετ του και κάποιο απ'τα στενά χαμηλοκάβαλα παντελόνια του, με φθαρμένα σταράκια ή βανάκια της παλιάς σχολης, άρχισε να αλητεύει. Οι κοπέλες του σχολείου του, όποτε τον κοιτούσαν να χαμογελάει, ένοιωθαν τα πόδια τους να κόβονται. Κι όταν τις κοιτάει στα μάτια χαμογελώντας, νοιώθουν ότι πλέουν στη θάλασσα της ευτυχίας. Έριχνε πονηρά βλέμματα στις κοπέλες που τον κοιτούσαν και γενικά το έπαιζε επαναστάτης. Ήξερε ότι οι κοπέλες γουστάρουν αυτούς που το παίζουν ιστορία με αλητεία αλλά ο ίδιος δεν ένοιωθε την ανάγκη να το παίξει ιστορία. Μέσα του ένοιωθε τσακισμένος.
Ψυχή τσακισμένη. Προτιμά τη μοναξιά του, να κάνει παρέα με τα φιλαράκια του, να κάνει τις πρώτες τράκες από ένα κουτί κόκκινα Μάλμπορο που του φέρνει ένας δεκαοχτάχρονος φίλος του, ο Άλεξ. Όλοι τον πείραζαν επειδή μπορούσε να έχει όποια κοπέλα ήθελε αλλά εκείνος στον κόσμο του. Δεν ήθελε καμιά. Τις θεωρούσε όλες ηλίθιες. Μπορεί πλέον να μη σκέφτεται τη Νίκη, που τόσο ψυχρά τον είχε παρατήσει, αλλά μέσα του κάτι του έλειπε. Δεν ήταν απαραίτητα η συντροφία μιας κοπέλας, αλλά μια τρυφερότητα, μια αθωότητα, μια αγάπη, που την είχε βρει μόνο στο πρόσωπο της Νίκης, εκτός βεβαιώς απ'το πρόσωπο της μαμάς του. Ο Πέτρος, παρά το παρουσιαστικό του, το παρουσιαστικό του όμορφου αλήτη, του επαναστάτη χωρίς αιτία, ένιωθε ένα βάρος στις πλάτες του. Δεν ένοιωθε ότι είχε κάνει κάτι για να αξίζει το παρατσούκλι του επαναστάτη ή ό,τι άλλο του έβγαλαν τελοσπάντον. Αλλά για κάποιον λόγο, ένοιωθε ωραία. Ένοιωθε ωραία με το να τον προσέχουν, να τον θαυμάζουν, να τον θεωρούν πρότυπο για γενεές εφήβων. Ένοιωθε ωραία με το να δείχνει ότι είναι τσακισμένος μέσα του και ψάχνει κάτι.
Μια μέρα, πήγε βόλτα με τον Άλεξ ή αλλιώς το λοκάλι. Ο Άλεξ ήταν γέννημα θρέμμα Κουκακιώτης κι απ'όσο λέει, όλα ξεκίνησαν απ'τον προπάππο του που ήρθε κι έμεινε εδώ. Κι επειδή ήξερε τα κατατόπια τέλεια, του κόλλησαν το παρατσούκλι του λοκαλιού, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει ντόπιος. Ο Άλεξ ήταν ένας έφηβος που είχε παίξει τέλεια τον έφηβο τον τσακισμένο, τον καταθληπτικό που όμως έπαιζε τις κοπέλες στα χέρια του. Ήταν τόσο καλός φίλος με τον Πέτρο που έβλεπε στον πρόσωπό του ένα παιδί ικανό να τις πάρει όλες. Κι έτσι το λοκάλι ρωτάει τον Πέτρο.
- Ρε φίλε, τι έχεις? Πολύ πεσμένος είσαι τις τελευταίες μέρες. Είσαι όμορφος, με στυλ. Οι γκόμενες κάνουν ουρά για σένα κι εσύ δε θες καμιά?
- Τι λες ρε μαλάκα? Αυτές οι γκόμενες είναι ηλίθιες, μόνο για κανά φάσωμα είναι και τίποτα άλλο.
- Ναι ρε μαλάκα, αυτό σου λέω. Βγαίνουμε, το παίζεις κουλ, λες αστεία σε όλους, όλες λιώνουν για την πάρτη σου και κάποια στιγμή φεύγεις επειδή και καλά πρέπει να επιστρέψεις. Από πότε πρέπει να επιστρέψουν τύποι σαν κι εσένα? Τι σου συμβαίνει ρε? Φάσωσε καμιά τουλάχιστον πριν επιστρέψεις. Μη σου πω και το άλλο. Είσαι δεκαέξι κι είσαι ακόμα παρθένος. Εδώ οι γκόμενες γαμιούνται απ'τα δεκατέσσερα, δεν είναι δίκαιο.
- Σόρρι κιόλας αλλά εγώ δεν τις βλέπω τόσο υποτιμητικά ώστε να τις γαμήσω και μετά να την κάνω. Τεσπά. Δηλαδή εσύ πόσο ήσουν? Και πόσο ήταν η άλλη?
- Δεκαπέντε. Κι εκείνη ήταν δεκατεσσάρων.
- Ε και? Δεν ένοιωσες ότι την εκματελλεύτηκες για την πάρτη σου και μόνο?
- Μπα. Αφού το ήθελε κι εκείνη. Ήταν και η δικιά της πρώτη φορά αλλά θέλαμε μόνο σεξ. Ήθελε να ξεπαρθενιαστεί.
- Καλά, εσύ μπορεί να τα κάνεις αυτά, εγώ όμως δε θέλω. Θέλω να κάνω σεξ με κάποια, όχι με όποια να ναι.
- Ξεκόλλα ρε με ό,τι κι αν σκέφτεσαι. Βρες καμιά, μικρότερη ή μεγαλύτερη, δεν έχει σημασία και πήδηξέ την. Πώς σου φένεται η Έλενα?
- Ποιά Έλενα? Α, μια φίλη σου που συναντήσαμε τυχαία στο δρόμο? Εμ, καλή είναι μωρέ, δεν λέω...
- Ωραία. Του έκλεισε πονηρά το μάτι και ήπιε μια γουλιά απ'τη μπύρα του.
Οι δυο φίλοι χωρίστηκαν και ο Πέτρος περπατούσε βιαστικά για το σπίτι του. Ήταν ταραγμένος. Ένιωθε μπερδεμένος. Επέστρεψε σπίτι και κλειδώθηκε στο δωμάτιό του χωρίς να μιλήσει στους δικούς του.
Οι μέρες πέρασανε, εκείνος εμφανιζόταν μόνο στο σχολείο και όπως πάντα όλες τον περίμεναν, για ένα του βλέμμα τουλάχιστον. Εκείνος προσπερνούσε μελαγχολικά τα πλήθη από κορίτσια και πήγαινε όπως πάντα, στην παρέα του. Κανόνιζαν για το που θα περνούσαν το απόγευμα, για το που θα αλήτευαν, που θα άραζαν για να πιούν τις μπύρες τους, παρέα πάντα με τα κόκκινα Μάλμπορο του λοκαλιού. Σχεδόν κάθε απόγευμα το πέρναγε με την παρέα του κι όταν έφευγαν οι άλλοι, έμενε μόνος του με το λοκάλι, να κουβεντιάζουν για γκόμενες. Και μετά τη γνώρισε.
Η Έλενα ήταν μια κοπέλα στην ηλικία του, από γειτονικό σχολείο, φίλη του λοκαλιού. Την γνώρισε μια μέρα που είχε πάει με το λοκάλι σε μια παιδική χαρά, για να αράξουν με μπύρες. Την είχε ξαναδει μια μέρα που είχε πάει βόλτα με το λοκάλι και τη συνάντησαν τυχαία αλλά δε μίλησαν και πολύ γιατί ήταν βιαστική. Το λοκάλι είχε κανονίσει να έρθει η Έλενα, με μια φίλη της. Ο Πέτρος είδε στο πρόσωπο της Έλενας μια κοπέλα επαναστάτρια, μια κοπέλα ικανή να του μάθει πράγματα και η Έλενα γοητεύτηκε τόσο πολύ απ'το χαμόγελό του. Εκείνη τη μέρα, στην παιδική χαρά, το λοκάλι άρπαξε τη φίλη της Έλενας και πήγαν παραπέρα, πίσω από κάτι θάμνους κι έμειναν μόνοι τους, ο Πέτρος και η Έλενα να κουβεντιάζουν δειλά. Κι έτσι άρχισε να περνάει τις μέρες μαζί της, να μεθάνε, να φασώνονται, μέχρι που η μέρα για σεξ έφτασε. Η μέρα για το ξεπαρθένιασμα του Πέτρου έφτασε. Είχαν πάει στο σπίτι της Έλενας μιας κι έλειπαν οι δικοί της. Την επόμενη μέρα, ο Πέτρος εμφανίστηκε στο σχολείο άλλος άνθρωπος, η παρέα του το πήρε πρέφα και τα πειράγματα άρχισαν να δίνουν και να πέρνουν.
Με την Έλενα έμεινε κανά εξάμηνο, μέχρι τις καλοκαιρινές διακοπές δηλαδή. Στους έξι μήνες που ήταν μαζί, η σχέση τους πέρασε από πολλά στάδια κι εκείνος εξακολουθούσε να βρίσκεται στον κόσμο του. Ένοιωθε πάντα τσακισμένος και μέσα του κάτι τον τρώει.
- Γιατί με χωρίζεις ρε Έλενα? Τώρα που είναι διακοπές, είναι ευκαιρία να βλεπόμαστε περισσότερο, να κάνουμε περισσότερο σεξ.
- Πέτρο, είσαι πολύ καλό παιδί αλλά νομίζω αρκετά έμεινα μαζί σου. Νομίζω πρέπει να ξεκαθαρίσεις πρώτα το τι θέλεις και μετά ίσως τα ξαναπούμε.
- Τι έγινε βρε? Σοβαρά, πες μου. Μα γιατί? Άσε κατάλαβα... Δεν έπρεπε να μπλέξω μαζί σου, τα έλεγα εγώ... Κι έφυγε όσο πιο γρήγορα μπορύσε. Είχε καταλάβει. Έφταιγε αυτός. Είχε κάτι μέσα του που δεν του επέτρεπε να σκεφτεί καθαρά. Αλλά ίσως και να το θέλει κι εκείνη. Είναι καλοκαίρι και θέλει να μην είναι δεσμευμένη.
Ήταν αλήθεια. Κάτι είχε μέσα του που δεν του επέτρεπε να δει ξεκάθαρα το τι θέλει. Μονίμως ένοιωθε τσακισμένος, λες και του λείπει κάτι, εδώ και πολύ καιρό. Δεν γνώριζε τι είναι αυτό που του λείπει. Συνειδητά τουλάχιστον. Απλά προσπαθούσε να βρει τις απαντήσεις που αναζητούσε.
Η τελευταία του σχολική χρονιά άρχισε, ο Πέτρος ήταν δεκαεφτά χρονών πλέον και δεν είχε χρόνο για να βγαίνει με την παρέα του. Το είχε πάρει απόφαση, να κλειδωθεί μέσα και να κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε για να καταφέρει να περάσει εκεί που ήθελε, στο Πολυτεχνείο. Η παρέα του απορούσε που εξαφανίστηκε αλλά οι εξηγήσεις δεν άργησαν να έρθουν. Εμφανιζόταν μόνο στο σχολείο και στα διαλείμματα, αντί να κάθεται στην αυλή, καθόταν στην τάξη, διαβάζοντας. Όλη η χρονιά πέρασε έτσι και ο χαρακτηρισμός του επαναστάτη που τον διακατάτρεχε, είχε ξεθωριάσει. Έγινε ένας μαθητής επιμελής που τον νοιάζει μόνο το μέλλον του. Η αλήθεια όμως ήταν ότι ήθελε να αφιερωθεί στο διάβασμα, για να βρει διέξοδο σε εκείνο το τσάκισμα που τον απασχολούσε. Οι πανελλήνιες δεν άργησαν να έθουν και κάποιες μέρες μετά, η σχολική χρονιά τελείωσε. Εκείνο το καλοκαίρι, ο Πέτρος το πέρασε με τους γονείς του στο εξοχικό της θείας του, αδερφής της μαμάς του, στην Αιγίνα. Το καλοκαίρι εκείνο ήταν τελείως μπερδεμένο για εκείνον, απ'τη μια σκεφτόταν αν θα πέρναγε στη σχολή εκείνη, απ'την άλλη αναζητούσε την ψυχική και πνευματική ηρεμία του. Τα νέα δεν άργησαν να έρθουν κι εκείνος, σε μια νύχτα, άλλαξε, έγινε σχεδόν ο πιο χαρούμενος όμορφος έφηβος άνθρωπος του κόσμου, καθώς πέρασε εκεί που ήθελε κι αφού απαλλάχτηκε από κάθε άγχος, ένοιωθε μια γαλήνη μέσα του, έστω και προσωρινή.
Μια μέρα, που πήγε για φαγητό με τους γονείς του και τη θεία του, γνώρισε μια κοπέλα, την Ειρήνη, κόρη φίλων της θείας του. Το χαμόγελο του Πέτρου έκανε την Ειρήνη να τον θέλει τόσο πολύ, μέχρι να γίνει δικός της κι εκείνος σαγινεύτηκε τόσο πολύ απ'τον χαρακτήρα της, μέχρι που κατέληξαν μαζί, αλλά υπήρχε μια δυσκολία. Η Ειρήνη είναι ντόπια και για τον Πέτρο του φαινόταν δύσκολο να παραμείνει μαζί της και μετά το καλοκαίρι κι έτσι συμφώνησαν να ζήσουν τον έρωτα για όσο διαρκεί το καλοκαίρι. Εκείνη ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερή του και ο Πέτρος το βρήκε σαν ευκαιρία για να μάθει κάποια πράγματα, μιας και οι μοναδικές εμπειρίες που είχε μέχρι τότε ήταν απ'την Έλενα. Το καλοκαίρι κύλισε όπως το φανταζόταν, με ατελείωτα μεθύσια και γαμήσια, αλλά όπως όλα τα καλοκαίρια, τελείωσε κι εκείνο. Η Ειρήνη, που απ'την αρχή έβλεπε το καλοκαίρι σαν ένα καλοκαίρι ξέγνοιαστο, δε δέθηκε με τον Πέτρο, εκείνος όμως δέθηκε και ο χωρισμός του φανταζόταν δύσκολος. Αλλά έπρεπε να επιστρέψει και να αρχίσει μια νέα ζωή. Μια νέα ζωή, αυτή των φοιτητικών χρόνων.
Αφού επέστρεψε, εξακολουθούσε να είναι μπερδεμένος. Απ'τη μια ένοιωθε ευγνωμοσύνη για την Ειρήνη, που του έμαθε πράγματα πρωτόγνωρα γιάυτόν, απ'την άλλη ο κρυφός έρωτας για την ίδια, που ποτέ δεν της παραδέχτηκε. Ήταν σχεδόν δεκαοχτώ κι εκείνη σχεδόν δεκαεννέα. Πώς ένοιωθε ερωτευμένος με μια μεγαλύτερη? Ναι, ένοιωθε ερωτευμένος για μια κοπέλα που το μόνο που ήθελε, ήταν να περνάει καλά με κάποιον. Ο Πέτρος μάλλον δεν είχε καταλάβει τι σημαίνει να περνάς ένα καλοκαίρι αγάπης με κάποια, εστώ και με ημερομηνία λήξεως. Κάποιες μέρες αργότερα, αφού γύρισε στην Αθήνα και παραδέχτηκε τη μοίρα του, άλλαξε και πάλι, στο χειρότερο, καθώς έλαβε γράμμα από μια άγνωστη για εκείνον διεύθυνση της Αυστραλίας, από μια κοπέλα με γνωστό για εκείνον όνομα, τη Νίκη. Τη μέρα εκείνη, είχε γεννέθλια, γινόταν δεκαοχτώ πια.

Συνεχίζεται...

17 σχόλια:

K. είπε...

Σόρρυ αλλά δε μου άρεσε όσο το προηγούμενο.
Κάπου το έχανες.. :(
Πολύ ωμά τα λες ρε παιδί μου και υποτίθεταί είναι κάτι λογοτεχνικό.
Σόρρυ σόρρυ αλλά δε μου άρεσε σχεδόν καθόλου
:((((((((((((((

PiciFriki είπε...

έχω χάσει επεισόδια..

panos srpk είπε...

Κ.
Γιατί???? Πές μου... Πες τι σκέφτεσαι. Κάθε σχόλιο ευπρόσδεκτο

panos srpk είπε...

PiciFriki
Γρήγορα στην προηγούμενη ανάρτηση ;)

Ανώνυμος είπε...

εμενα μου αρεσε πολυ περισσοτερο.. περιμενω τη συνεχεια!

panos srpk είπε...

A, επιτέλους κι ένα καλό σχόλιο! Φαντάζομαι τον λόγο που σου άρεσε Σάρα!
Χεχε

Ανώνυμος είπε...

ελπιζω να φανταζεσαι τον σωστο !! οπως κ να χει λεει τρελα!

panos srpk είπε...

Σάρα, μου αρέσει το χιούμορ σου. Μόνο αυτό!

Ανώνυμος είπε...

και εμένα μου άρεσε! είναι άμεσο, "μιλάει" στο μέσο νέο αναγνώστη και το θεωρώ και καίριο για την εξέλιξη της ιστορίας - λίγη ηρεμία πριν έρθει το μεγάλο "μπαμ" και ξαναβρεθούν ο πέτρος και η νίκη... :)

περιμένω με ανυπομονησία το επόμενο!!

* πόσα περίπου κομμάτια υπολογίζεις να σου βγει η ιστορία;

K. είπε...

Δεν ξέρω ρε sarper? κάτι με χάλασε ρε γαμώτο και στεναχωρήθηκα να σου πω την αλήθεια. Τέλος πάντων, περιμένω να διαβάσω και τα επόμενα και θα σου πω ολοκληρωμένα..

@stella.. είπε...

Ουαου, τελικά έχεις συγγραφικό ταλέντο, παρόλο που εγώ ως κλασσική ξανθιά διάβασα πρώτα αυτήν την ανάρτηση και μετά το 1ο μέρος της ιστορίας!

Ααα και που 'σαι, άμα δω happy end, ροζ συννεφάκια και καρδούλες να βγαίνουν απ'τα μάτια του Πέτρου, θα ξενερώσω, να το ξέρεις. :P

panos srpk είπε...

Αγανακτισμένη
Έχουμε φτάσει στο σημείο να απευθυνόμαστε στους νέους αναγνώστες όπως εγώ κι εσύ, μέσω των ηρώων της ιστορίας και γι'αυτό μας είναι πιο άμεσο.
Θα έρθει και το επόμενο, κάνε λίγη υπομονή!
* σκέφτομαι για 5 κομμάτια αλλά παίζει να είναι κι 6. μεγάλη ιστορία!

panos srpk είπε...

Κ.
Σέβομαι τη γνώμη σου και απαντώ ότι δεν πειράζει. Μάλλον σε χάλασε το γεγονός ότι το κείμενο ήταν πιο "επιθετικό".
Τεσπά. Τα ξαναλέμε στις επόμενες αναρτήσεις...

panos srpk είπε...

Στέλλα
Πρώτα διάβασες το 2 και μετά το 1? Δεν υπάρχεις!

Χάπι εντ θέλει ο ένας, όχι χάπι εντ ο άλλος, ε δεν πάει! Μόνο εγώ ξέρω το τέλος! Κάντε υπομονή!

Ανώνυμος είπε...

Το προηγούμενο ήταν πιο ωραίο. αυτό δεν μου άρεσε λόγω γλώσσας, τα έλεγες λίγο χύμα.

λουνίτα! είπε...

καλά θα θελα να είχα δει το χαμόγελο του Πέτρου ;) χαχαχα

*πάω να διαβάσω και το επ3 που απ οτι είδα "ανένηκε"

panos srpk είπε...

Λουνίτα κι εγώ που νόμιζα ότι έκανες σχόλιο στο επ 3... Ο,τι νά ναι.
Χαχα